Από τη διάγνωση στην αντιμετώπιση αλλά και τη πρόληψη / φροντίδα των επιπλοκών
Πρωτοδιάγνωση Διαβήτη
Το σημαντικότερο όλων κατά την πρωτοδιάγνωση του σακχαρώδους διαβήτη είναι η κατανόηση της νόσου από τον ασθενή με ψυχραιμία και ωριμότητα, με τη βοήθεια και τις κατευθυνσεις των επαγγελματιών υγείας, στοχεύοντας στον απο κοινού σχεδιασμό ενός πλάνου αντιμετώπισης, με βασικό γνώμωνα την πλήρη εξατομίκευση της θεραπευτικής παρέμβασης, σύμφωνα με την ιδιοσυγκρασία, τις ανάγκες, τον τρόπο ζωής αλλά και την κοινωνικοοικονομιο προφιλ του ασθενούς.
Ο ρόλος του οικογενειακού και φιλικού περιβάλοντος του ασθενους, κατα την χρονική περίοδο της πρωτοδιάγνωσης, είναι σημαντικός ιδιαίτερα όσον αφορά την ψυχολογική υποστηριξη αλλά και την συμβολή στην αλλαγη του τρόπου ζωής και διατροφής του ασθενούς. Συχνά, όμως, το περιβάλλον μπορεί να γίνει ιδιαίτερα πιεστικό ή υπερπροστατευτικό προκαλόντας δυσμενείς συνέπειες στον ψυχισμό του ατόμου με διαβήτη, με αποτέλεσμα να οδηγεί ενίοτε σε αρνητική στάση από τον ασθενή με συνεπεια τελικά την πλημελή φρονίδα και αυτοδιαχείρηση της νόσου. Για το λόγο αυτό χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή στον βαθμό και τον τρόπο παρέμβασης από το περιβάλλον του ασθενούς.
Στην εποχή μας διατίθεται μια πληθώρα θεραπευτικών προσεγγίσεων για το σακχαρώδη διαβήτη γεγονός που κάνει την νόσο αντιμετωπίσιμη, ιδίως αν ο ασθεννής συνεργάζεται με ομάδα εξειδικευμένων επιστημόνων υγείας (διαβητολόγος, διαιτολόγος, ψυχολόγος, σύμβουλος φυσικής δραστηριότητας κλπ).
Φροντίδα και Αντιμετώπιση του Διαβήτη
Η αντιμετώπιση του σακχαρώδους διαβήτη περιλαμβάνει παρεμβάσεις στον τροπο ζωής και διατροφής αλλά και φαρμακευτική αγωγή με στοχο τη διατήρηση των επιπέδων γλυκόζης στο αίμα όσο κατα το δυνατόν πιο κοντά στα φυσιολογικά επίπεδα, με απώτερο σκοπό την αποφυγή των διαβητικών επιπλοκών και τη διατήρηση μιας καλής ποιότητας ζωής. Με βάση τις υπάρχουσες κλινικές μελέτες έχει αποδειχθεί ότι η καλή ρύθμιση του διαβήτη μπορεί να προλάβει τόσο τις μικροαγγειακές (διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια, διαβητική νεφροπάθεια) όσο και τις μακροαγγειακές επιπλοκές του σακχαρώδους διαβήτη (στεφανιαία νόσος, αγγειακά εγγεφαλικά επεισόδια). Ο καλύτερος τρόπος απεικόνισης της γλυκαιμικής ενός ατόμου με διαβήτη κατα το τελευταίο τρίμηνο, είναι μια εξέταση αίματος που ονομάζεται Γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη (HBA1c). Τιμή γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης κάτω από 7% έχει αποδειχθεί ότι μπορεί να προφυλάξει από την εμφάνιση διαβητικών επιπλοκών.
Ο στόχος γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης θα πρέπει να τίθενται εξατομικευμένα σε συνεργασία με το θεράπων ιατρό καθώς αν κατα την προσπάθεια επίτευξης των στόχων ο ασθενής παρουσιάζει συχνές υπογλυκαιμίες η προσπάθεια αυτή δύναται να έχει τελικά δυσμενές αποτελέσμα καθώς η υπογλυκαιμία είναι μια ιδιαίτερα επικύνδυνη κατάσταση που μπορεί να οδηγήσει σε μόνιμες νευρολογικές βλάβες ή ακόμα και θάνατο.
Στόχος λοιπόν της θεραπευτικής προσέγγισης του σακχαρώδους διαβήτη είναι η κατά το δυνατόν στενότερη ρύθμιση του σακχάρου με ταυτόχρονη αποφυγή των υπογλυκαιμιων. Κατα τα αρχικά στάδια του σακχαρώδους διαβήτη τύπου 2 αυτό είναι ιδιαίτερα εύκολο καθώς οι σύγχρονες θεραπευτικές προσεγγίσεις δύνανται να συντηρήσουν ένα πολύ καλό γλυκαιμικό έλεγχο χωρίς να υπάρχει κίνδυνος υπογλυκαιμίας. Σε περίπτωση που ο ασθενής λαμβάνει θεραπεία που θα μπορούσε δυνητικώς να προκαλέσει υπογλυκαιμία (ινσουλινοεκκριτικά δισκία, ινσουλίνη) θα πρέπει κατα το σχεδιασμό της θεραπευτκής προσέγγισης και των στόχων γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης θα πρέπει οπωσδήποτε να λαμβάνοται υποψη και άλλες σημαντικές παράμετροι όπως: αν ο ασθενής διαμένει μόνος, αν o ασθενής έχει φροντιστή, αν ο ασθενής έχει χαμηλό προσδόκιμο επιβίωσης, αν ο ασθενής ασθενής αισθάνεται εύκολα ή οχι την υπογλυκαιμία (ανεπίγνωστες υπογλυκαιμίες) κλπ. Αυτές είναι παράμετροι οι οποίες μπορεί να οδηγήσουν τον θεράποντα ιατρό να γίνει πιο «ελλαστικός» στη ρύθμισην του διαβήτη με στόχο την ασφάλεια του ασθενούς.
Στον παρακάτω πίνακα παρατίθενται οι τιμές γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης και οι μέση τιμή γλυκόζης που αυτες αντιπροσωπεύουν.
Γλυκοζυλιωμένη Αιμοσφαιρίνη
(HB A1c) % |
Μέση τιμή σακχάρου κατά το τελευταίο 3μηνο |
6 | 126 |
6,5 | 140 |
7 | 154 |
7,5 | 169 |
8 | 183 |
8,5 | 197 |
9 | 212 |
9,5 | 226 |
10 | 240 |
10,5 | 255 |
11 | 269 |
11,5 | 283 |
12 | 298 |
Η σωστή διατροφή και η διατήρηση ιδανικού σωματικού βάρους αποτελεί ένα από τα σηματικότερα στοιχεία στην αντιμετώπιση του σακχαρώδους διαβήτη. Ιδιαίτερα για τα άτομα που διάγουν σε προδιαβητική κατάσταση η δίαιτα και η σωματική άσκηση έχει αποδείξει ότι δύναται να καθυστερήσουν σημαντικά την εμφάνιση του διαβήτη τύπου 2.
Η σωστή διατροφή θα πρέπει να αποτελέσει νέα στάση ζωής με λογικούς στόχους κι όχι απλά μια προσπάθεια μικρής διάρκειας. Μερικές από τις αρχές της διατροφής στο διαβήτη τύπου 2 συνοψίζονται παρακάτω :
- Τακτικό ωράριο γευμάτων (τρία γεύματα και 2 γευματίδια)
- Αποφυγή κατανάλωσης προϊόντων με πολλά λιπαρά. Προτίμηση κατανάλωσης γάλατος γιαουρτιού με 1,5-2% λιπαρά. Επίσης κατανάλωση κατά προτίμηση τυριών light (κατίκι, cottage, ανθότυρο κλπ)
- Περιορισμός στην κατανάλωση «κόκκινου» κρέατος σε 2 με 3 φορές την εβδομάδα. Κατανάλωση κατά προτίμηση λευκού κρέατος και ψαριού.
- Κατανάλωση σαλάτας και γενικά φυτικών ινών σε κάθε γεύμα.
- Κατανάλωση όχι πάνω από 2-4 μερίδες φρούτου ημερησίως
- Κατανάλωση κατά προτίμηση ψωμιού ολικής αλέσεως περιορίζοντας κατά το δυνατόν λευκό ψωμί και φρυγανιές.
- Περιορισμός του αλατιού
- Αποφυγή μεγάλης ποσότητας λιπαρών κατά το μαγείρεμα. Προτίμηση ελαιόλαδου σε μικρές ποσότητες διότι ακόμα και αυτό παχαίνει …
- Προσπάθεια αποφυγής του έτοιμου φαγητού (Fast food, pizza, σουβλάκια κλπ)
- Αποφυγή γλυκών
- Προσοχή στην κατανάλωση αλκοόλ.
Άσκηση – Σωματική δραστηριότητα
Η σωματική άσκηση αποτελεί μια από τις πιο σημαντικές παρεμβάσεις στην θεραπευτική αντιμετώπιση όλων των τύπων του σακχαρώδους διαβήτη. Μεγάλος αριθμός μελετών έχει αποδείξει ότι η φυσική δραστηριότητα έχει την δυνατότητα να ελαττώνει τοσο τις προγευματικές όσο και τις μεταγευματικές τιμές σακχάρου του αίματος. Η υπογλυκαιμική αυτή δραση, δε, συνεχίζεται για αρκετές ώρες μετά από την άσκηση.
Ιδιαίτερη προσοχή χρειάζεται σχετικά με το είδος και τη διάρκεια της άσκησης την οποία θα ακολουθήσει ένα άτομο με σακχαρώδη διαβήτη καθώς υπάρχει κίνδυνος για δυσμενείς συνέπειες αν δεν ακολουθηθεί σωτό και εξατομικευμένο πρόγραμμα άσκησης. Για πάράδειγμα, ένα ατομο το οποίο έχει διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια δεν θα πρέπει να ακολουθεί προγραμμα το οποίο να περιλαμβάνει άρση βαρών, καθώς θα κινδύνευε πό αποκόλληση του αμφιβληστροειδούς. Επίσης άτομο με σημαντικού βαθμου περιφερική συμμετρική διαβητική νευροπάθεια θα πρεπει να αποφεύγει τη χρήση διαδρόμου καθώς θα μπορούσε να οδηγήσει στη ανάπτυξη διαβητικών ελκών στα πόδια. Επιπλέον αν ο ασθενής λαμβάνει θεραπεία με ινσουλινοεκριτικά δισκία ή ινσουλίνη η σωματική άσκηση δυναται να του προκαλεσει σοβαρή υπογλυκαιμία, αν δεν γίνουν οι απαραίτητες ενέργειες όπως μέτρηση του σακχάρου πριν την έναρξη της ασκησης αλλά και σε τακτά διαστήματα αν η ασκηση διαρκεί αρκετή ώρα,. Σε περίπτωση που συνυπαρχει έλλειψη επίγνωσης της υπογλυκαιμίας οι συνέπειες μπορεί να είναι πιο σοβαρές και να οδηγήσουν ακόμα και σε απώλεια συνείδησης κατα την άσκηση. Σε αυτές τις περιπτώσεις θα ήταν καλό να υπάρχει στο γυμναστήριο μια ένεση γλυκαγόνης και οι συμβουλοι φυσικής ασκησης του γυμναστηρίου να έχουν ενημερωθεί σχετικά με τα ατομα με διαβήτη που συμμετέχουν σε προγράμματα γυμναστικής.
Συνεπώς παρότι η ασκηση είναι ευεργετική στη ρύθμιση του σακχρώδους διαβητη είναι ευεργετική είναι απαραίτητο το είδος η διάρκεια και η συχνότητα να αποφασίζεται με τη βοηθεια ειδικού.
Διαβητικές επιπλοκές και πως τις προλαμβάνουμε
Οι αυξημένες τιμές σακχάρου δύνανται να προκαλέσουν δυσμενείες συνέπειες στον οργανισμό ιδίως όταν παραμένουν για μεγάλο χρονικό διάστημα. Οι υψηλές τιμές σακχάρου μπορεί να προκαλέσουν την εμφάνιση συμπτωμάτων όπως συχνουρία πολυουρία, απώλεια σωματικού βάρους, ή θόλωση της όρασης. Τα συμπτώματα αυτά είναι κατά κανόνα παροδικά και υποστρέφουν όταν οι τιμές του σαχάρου επανέλθουν σε αποδεκτά επίπεδα.
Οι βασικότερες επιπλοκές που μπορεί να προκαλεσει ο σακχαρώδης διαβητητης μπορεί να διακριθούν σε δυο μεγάλες κατηγορίες. Τις μικροαγγειακες και τις μακροαγγειακές.
Οι μικροαγγειακές επιπλοκές του διαβήτη περιλαμβάνουν την διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια τη διαβητική νεφροπάθεια και τη διαβητική νευροπάθεια. Οι μακροαγγειακές επιπλοκές περιλαμβάνουν τη στεφανιαία νόσο την νόσο των καρωτίδων την περιφερική αρτηριακή νόσο και την εγκεφαλική αγγειακή νόσο (σχήμα 1)
Ο ακρογωνιαίος λίθος για την πρόληψη των επιπλοκών αυτών και τη διατήρηση ενός υψηλού βιοτικού επιπέδου, είναι η σωστή ρύθμιση των τιμών του σακχάρου αλλά και ο τακτικός έλεγχος και την προληπτική ανίχνευση των επιπλοκών. Για το λόγο αυτό οι εξετάσεις και ο έλεγχος που θα πρέπει να πραγματοποιείται από το άτομο με σακχαρώδη διαβήτη θα πρέπει να γίνεται προγραμματισμένα, σε τακτική βάση και ανεξαρτήτως ενοχλημάτων καθώς οι περισσότερες από τις επιπλοκές του διαβήτη διαδράμουν χωρίς καθόλου συμπτώματα για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Στόχος του παρόντος άρθρου είναι να επισημάνει την αξία του τακτικού προληπτικού ελέγχου πού απαιτείται σε συνδυασμό με την άριστη γλυκαιμική ρύθμιση του ασθενούς ώστε να αποφευχθούν κατά το δυνατόν οι επιπλοκές του σακχαρώδους διαβήτη.
Τακτική Αυτομέτρηση του Σακχάρου
Η τακτική αυτομέτρηση του σακχάρου, η οποία με τη βοήθεια των σύγχρονων μετρητών έχει πλέον καταστεί ιδιαίτερα εύκολη, είναι ιδιαιτέρως σημαντική για τη σωστή και σχολαστική ρύθμιση των τιμών του σακχάρου. Επιπλέον, οι τακτικές μετρήσεις του σακχάρου και η καταγραφή τους δίνουν στον θεράπων ιατρό την «γλυκαιμική εικόνα» του ασθενούς διευκολύνοντας τον στην εφαρμογή της κατάλληλης υγιεινοδιαιτητικής ή φαρμακευτικής παρέμβασης. Δυο με τέσσερεις μετρήσεις την εβδομάδα είναι συνήθως αρκετές για τα άτομα με διαβήτη τύπου 2 υπό αγωγή με αντιδιαβητικά δισκία. Όσον αφορά τα άτομα με διαβήτη υπό αγωγή με ινσουλίνη, συνήθως απαιτούνται 2 με τρείς μετρήσεις ημερησίως. Τέλος στον διαβήτη τύπου 1 και τον διαβήτη κύησης είναι απαραίτητες τουλάχιστον πέντε μετρήσεις ημερησίως. Πρέπει πάντοτε να γνωρίζουμε όμως ότι κάθε περίπτωση ασθενούς είναι διαφορετική και οι οδηγίες για αυτομέτρηση θα πρέπει να εξατομικεύονται κατά τις οδηγίες του θεράποντος ιατρού.
Έλεγχος του λιπιδαιμικού προφίλ και της Αρτηριακής Πίεσης
Ο στενός έλεγχος των λιπιδίων αλλά και της αρτηριακής πίεσης είναι απαραίτητος για τα άτομα με σακχαρώδη διαβήτη καθώς και τα δύο αποτελούν σημαντικούς παράγοντες κινδύνου για καρδιαγγειακά επεισόδια. Ο συνδυασμός αυτών με το σακχαρώδη διαβήτη αυξάνει σημαντικά τον κίνδυνο του ατόμου. Πρέπει λοιπόν να ελέγχουμε τακτικά την αρτηριακή πίεση (2-3 φορές την εβδομάδα) και να συμβουλευόμαστε τον ιατρό μας αν είμαστε εκτός στόχων, δηλαδή πάνω από 130 mm/Hg για τη συστολική πίεση και 80 mmHg για τη διαστολική πίεση. Επιπλέον πρέπει να μετράμε τη χοληστερόλη HDL και LDL καθώς και τα τριγλυκερίδιά μας τουλάχιστο 1 φορά το χρόνο και να ζητάμε ξανά τη βοήθεια του ιατρού μας αν είμαστε εκτός ορίων. Τα άτομα με διαβήτη δεν πρέπει να ξεπερνούν τα 200 mg/dl για την ολική χοληστερόλη, τα 100 mg/dl για την LDL χοληστερόλη και τα 150 mg/dl για τα τριγλυκερίδια. Ιδιαίτερα για τα άτομα που παρουσιάζουν στεφανιαία νόσο η LDL χοληστερόλη δεν πρέπει να ξεπερνά τα 70mg/dl.
Μέτρηση γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης (HBA1c)
Ο καθρέπτης της γλυκαιμικής μας ρύθμισης κατά το τελευταίο δίμηνο ή και τρίμηνο είναι η τιμή της γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης (HBA1c). Μεγάλες κλινικές μελέτες έχουν δείξει ότι μπορούμε να ελαχιστοποιήσουμε την πιθανότητα να εμφανίσουμε επιπλοκές από το σακχαρώδη διαβήτη αν έχουμε γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη κάτω από 7% εφόσον αυτό επιτυγχάνεται χωρίς υπογλυκαιμίες. Η μέτρηση της γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης πρέπει να γίνεται κάθε τρείς μήνες.
Οφθαλμολογικός έλεγχος – βυθοσκόπηση
Τα μάτια μας αποτελούν έναν από τους πιο ευαίσθητους «στόχους» του διαβήτη. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο Διαβήτης είναι η πρώτη αιτία τύφλωσης παγκοσμίως. Τακτική βυθοσκόπηση από οφθαλμίατρο, με το ερώτημα της διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας μπορεί να προλάβει σημαντικές βλάβες στα μάτια μας. Ο έλεγχος αυτός πρέπει να γίνεται σε ετήσια βάση εκτός και αν παρουσιαστεί κάποιο πρόβλημα οπότε η βυθοσκόπηση θα πρέπει να επαναληφθεί σε έξι μήνες.
Τακτικός Έλεγχος των νεφρών
Ένα από τα σημαντικότερα όργανα που μπορεί να προσβληθεί από το Διαβήτη είναι οι νεφροί. Είναι γνωστό ότι ο διαβήτης είναι η πρώτη αιτία αιμοκάθαρσης παγκοσμίως. Με τη βοήθεια των νέων σύγχρονων εργαστηριακών τεχνικών έχουμε πλέον την δυνατότητα να ανιχνεύσουμε την αρχόμενη νεφρική προσβολή από το διαβήτη μετρώντας την αλβουμίνη των ούρων σε τυχαίο δείγμα. Η εξέταση αυτή πρέπει να γίνεται τουλάχιστον μια φορά το χρόνο, μαζί φυσικά με τις εξετάσεις αίματος για τους νεφρούς (ουρία, κρεατινίνη, ηλεκτρολύτες) και να επαναλαμβάνεται ανά 6μηνο αν τα αποτελέσματα είναι παθολογικά. Επιθυμητή τιμή αλβουμίνης ούρων τυχαίου δείγματος είναι κάτω του 30 mg/lt. Σε αυξημένες τιμές της αλβουμίνης ούρων πρέπει να ζητάμε την παρέμβαση του ιατρού μας.
Καρδιολογικός Έλεγχος
Ο τακτικός ετήσιος καρδιολογικός έλεγχος είναι απολύτως ενδεδειγμένος στα άτομα με σακχαρώδη διαβήτη καθώς η στεφανιαία νόσος έχει ιδιαίτερα αυξημένη επίπτωση στα άτομα αυτά. Εξετάσεις όπως το ηλεκτροκαρδιογράφημα το τριπλεξ καρδιάς ή το τεστ κοπώσεως είναι κάποιες από τις εξετάσεις τις οποίες θα μας ζητήσει ο καρδιολόγος μας κατά την κρίση του στον ετήσιο καρδιολογικό μας έλεγχο.
Αγγειακός έλεγχος
Έλεγχος των καρωτίδων μας αλλά και των αρτηριών των κάτω άκρων επιβάλλεται να πραγματοποιείται μια φορά ετησίως. Ιδιαίτερα για τα κάτω άκρα η εξέταση γίνεται επιβεβλημένη αν υπάρχει πόνος των γαστροκνημίων κατά τη βάδιση. Η βαρύτητα του προβλήματος αξιολογείται ανάλογα με την απόσταση που μπορεί να διανύσει ο ασθενής προν εμφανιστεί ο πόνος. Σε περίπτωση που βρεθεί κάποιου βαθμού στένωση, η εξέταση χρήζει επανάληψης σε λιγότερο από ένα χρόνο (αναλόγως της βαρύτητας της στενώσεως). Σε κάποιες περιπτώσεις ο ασθενής χρειάζεται να υποβληθεί σε αγγειογραφία (ψηφιακή, αξονική ή μαγνητική) προκειμένου να αποφασιστεί πιθανή περεταίρω παρέμβαση σε κάποιο στενωμένο αγγείο.
Οδοντιατρικός Έλεγχος
Είναι επιβεβλημένος ο τακτικός οδοντικός έλεγχος στα άτομα με σακχαρώδη διαβήτη όπως και ο τακτικός οδοντιατρικός καθαρισμός. Ο λόγος είναι διότι τα άτομα με διαβήτη έχουν αυξημένο κίνδυνο για ανάπτυξη περιοδοντίτιδας με συνέπεια την απώλεια οδόντων τα οποία συχνά είναι υγιή. Πρέπει λοιπόν να επισκεπτόμαστε τον οδοντίατρό μας σε 6μηνη βάση.
Συμπερασματικά, φροντίζοντας την αυστηρή ρύθμιση του σακχάρου και τηρώντας ένα πρόγραμμα τακτικού προληπτικού εργαστηριακού και απεικονιστικού ελέγχου, είναι δυνατόν να προλάβουμε σημαντικές επιπλοκές του διαβήτη ή να τις αντιμετωπίσουμε εγκαίρως, διατηρώντας κατ αυτόν τον τρόπο ένα υψηλό επίπεδο διαβίωσης.
Ανίχνευση «ποδιού σε κίνδυνο»
Το διαβητικό πόδι αποτελεί μια από τις σημαντικότερες επιπλοκές του σακχαρώδους διαβήτη καθώς εκτός από την σοβαρή επίπτωση που έχει στην ποιότητα ζωής του ασθενούς αποτελεί και μια από τις δαπανηρότερες καταστάσεις για τα συστήματα υγείας παγκοσμίως. Τακτικός έλεγχος των ποδιών (τουλάχιστον μια φορά το εξάμηνο από τον ιατρό μας) έχει την δυνατότητα να αναδείξει το «πόδι σε κίνδυνο» για εξέλκωση. Η διαπίστωση αυτή συνήθως αφορά την εμφάνιση διαβητικής συμμετρικής περιφερικής νευροπάθειας, πράγμα που κάνει τον ασθενή (λόγω της ελαττωμένης αντίληψης του πόνου στους άκρους πόδες) να υποεκτιμά κάποιους μικροτραυματισμούς στα πόδια του οι οποίοι δύνανται επιπλέον να επιμολυνθούν. Η κατάσταση αυτή αν συνδυαστεί με τυχόν υπάρχουσα αρτηριακή νόσο των κάτω άκρων, μπορεί να οδηγήσει τελικά ακόμα και στον ακρωτηριασμό του άκρου.
Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός, ότι στις μέρες μας κάθε 30 δευτερόλεπτα ακρωτηριάζεται ένα πόδι, κάπου στον κόσμο, λόγω του Διαβήτη.
Η νευροπάθεια εμφανίζεται συνήθως σε ασθενείς που έχουν Σακχαρώδη διαβήτη τουλάχιστον για 10 χρόνια και παρουσιάζει κατανομή τύπου «κάτλσας». Αυτό έχει ως συνέπεια, ο ασθενής να υφίσταται μικροτραυματισμούς οι οποίοι συχνά -λόγω της έλλειψης του πόνου- δε γίνονται αντιληπτοί και για το λόγο αυτό δεν τυγχάνουν της αντίστοιχης φροντίδας.
Επιπλέον, η διαβητική νευροπάθεια συμβάλλει στη δημιουργία υπερκερατώσεων στα σημεία αυξημένων πιέσεων του πέλματος, οι οποίες αν δεν αντιμετωπιστούν εγκαίρως, μπορεί να οδηγήσουν στη δημιουργία έλκους.
Ιδιαίτερα ευαίσθητη περιοχή είναι αυτή των κεφαλών των μεταταρσίων, οι οποίες λόγω ατροφίας των μεσοστέων μυών και πτώση του προσθίου ποδός, υφίστανται ιδιαίτερα αυξημένες πιέσεις από το βάρος του σώματος.
Επιπροσθέτως, η νευροπάθεια του αυτόνομου νευρικού συστήματος, που κατά κανόνα συνυπάρχει με την περιφερική νευροπάθεα, έχει ως αποτέλεσμα την πλημμελή ενυδάτωση του ποδιού -λόγω δυσλειτουργίας των ιδρωτοποιών αδένων- και την εμφάνιση εντονότατης ξηροδερμίας και προδιάθεσης για σχάσεις και έλκη στο δέρμα.
Σε περίπτωση που συνυπάρχει επιπλέον και αρτηριακή νόσος των κάτω άκρων το πρόβλημα επιτείνεται, η επούλωση του έλκους γίνεται ιδιαιτέρως δύσκολη και πάντοτε βέβαια όσο υπάρχει ανοιχτό έλκος εγκυμονεί ο κίνδυνος σοβαρής λοίμωξης, που μπορεί να οδηγήσει τελικά σε ακρωτηριασμό.
Η διάγνωση της περιφερικής Διαβητικής νευροπάθειας και ο εντοπισμός του «ποδιού σε κίνδυνο» είναι κάτι που πρέπει να γίνεται από τον ιατρό με την κλινική εξέταση αλλά και την χρήση κατάλληλου ιατρικού εξοπλισμού.
Για το λόγο αυτό ο ασθενής θα πρέπει να «απαιτεί» από τον ιατρό του να τον εξετάζει τακτικά στα κάτω άκρα για την πιθανότητα ανάπτυξης περιφερικής νευροπάθειας ή/και περιφερικής αρτηριακής νόσου.
Οι ακρωτηριασμοί ΜΠΟΡΟΥΝ και ΠΡΕΠΕΙ να αποσοβούνται.
Όταν ένας ασθενής αποδειχθεί κλινικά πως έχει πόδι σε κίνδυνο για εξέλκωση είναι απαραίτητο να λαμβάνει κατάλληλα μέτρα φροντίδας για τα πόδια του σε καθημερινή βάση.
Συγκεκριμένα:
- Καθημερινή καθαριότητα στα κάτω άκρα με νερό και σαπούνι ακολουθούμενο από σχολαστικό στέγνωμα ιδιαίτερα ανάμεσα στα δάκτυλα.
- Προσοχή στο κόψιμο των ονύχων.
- Τακτικός έλεγχος του πέλματος είτε από τον ίδιο είτε από πρόσωπο του κοντινού του περιβάλλοντος. Ο έλεγχος πρέπει να περιλαμβάνει τον έλεγχο για πρηξίματα, ερυθρότητα, αυξημένη θερμοκρασία και παρουσία πληγών στο πέλμα.
- Προσοχή στα στενά παπούτσια.
- Χρήση καλτσών χωρίς ραφές.
- Αποφυγή βάδισης χωρίς υποδήματα.
- Να ελέγχονται τα παπούτσια πριν φορεθούν για την πιθανότητα ύπαρξης ξένων σωμάτων εντός αυτών.
- Να απευθύνονται πάντα στον ιατρό τους σε περίπτωση παρουσίας υπερκερατώσεων στο πέλμα για να λάβουν την αντίστοιχη ιατρική φροντίδα. Ήπιες υπερκερατώσεις είναι δυνατόν να αντιμετωπιστούν από τον ίδιο το ασθενή με τη χρήση ελαφρόπετρας.
Στην περίπτωση που έχει ήδη δημιουργηθεί διαβητικό έλκος στο πέλμα, η θεραπευτική προσπάθεια του ιατρού θα πρέπει να εστιάζεται στην επούλωση του τραύματος και την γρήγορη αποκατάσταση του ασθενούς.
Η θεραπεία αυτή οφείλει να περιλαμβάνει τις παρακάτω ενέργειες:
- Άριστη ρύθμιση του σακχάρου.
- Επεμβάσεις επαναγγείωσης σε περίπτωση περιφερικής αγγειακής νόσου.
- Τακτική νεροποίηση-καθαρισμός του τραύματος
- Έλεγχος των πιθανών λοιμώξεων.
- Αποφόρτιση του έλκους με κατάλληλες μεθόδους.
Συμπερασματικά, λοιπόν, ο σακχαρώδης διαβήτης μπορεί να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για ακρωτηριασμό των κάτω άκρων, λόγω της περιφερικής αρτηριακής νόσου αλλά και της περιφερικής νευροπάθειας, που δύναται να προκαλέσει.
Παρ΄ όλα αυτά όμως, τόσο η αναγνώριση του «ποδιού σε κίνδυνο», όπως επίσης και η λήψη των κατάλληλων μέτρων αποφυγής της εξέλκωσης αλλά και η εξειδικευμένη και έγκαιρη αντιμετώπιση μιας πιθανής εξέλκωσης, μπορούν να βοηθήσουν σημαντικά στην αποφυγή των ακρωτηριασμών και τη διαφύλαξη της ποιότητας ζωής των ατόμων με διαβήτη.